Ἡ ὥρα ἦλθεν, ὦ Ἄνδρες Ἕλληνες! Πρὸ πολλοῦ οἱ λαοὶ τῆς Εὐρώπης, πολεμοῦντες ὑπὲρ τῶν ἰδίων Δικαιωμάτων καὶ ἐλευθερίας αὐτῶν, μᾶς ἐπροσκάλουν εἰς μίμησιν, αὐτοί, καίτοι ὁπωσοῦν ἐλεύθεροι, ἐπροσπάθησαν ὅλαις δυνάμεσι νὰ αὐξήσωσι τὴν ἐλευθερίαν, καὶ δι’ αὐτῆς πᾶσαν αὐτῶν τὴν Εὐδαιμονίαν.
Οἱ ἀδελφοί μας καὶ φίλοι εἶναι πανταχοῦ ἕτοιμοι, οἱ Σέρβοι, οἱ Σουλιῶται, καὶ ὅλη ἡ Ἤπειρος, ὁπλοφοροῦντες μᾶς περιμένωσιν· ἂς ἑνωθῶμεν λοιπὸν μὲ Ἐνθουσιασμόν! ἡ Πατρὶς μᾶς προσκαλεῖ! Ἡ Εὐρώπη, προσηλώνουσα τοὺς ὀφθαλμούς της εἰς ἡμᾶς, ἀπορεῖ διὰ τὴν ἀκινησίαν μας, ἂς ἀντηχήσωσι λοιπὸν ὅλα τὰ Ὄρη τῆς Ελλάδος ἀπὸ τὸν Ἦχον τῆς πολεμικῆς μας Σάλπιγγος, καὶ αἱ κοιλάδες απὸ τὴν τρομερὰν κλαγγὴν τῶν Ἁρμάτων μας. Ἡ Εὐρώπη θέλει θαυμάση τὰς ἀνδραγαθίας μας, οἱ δὲ τύραννοι ἡμῶν τρέμοντες καὶ ὠχροί θέλουσι φύγει ἀπ’ ἐμπροσθέν μας. Οἱ φωτισμένοι λαοὶ τῆς Εὐρώπης ἐνασχολοῦνται εἰς τὴν ἀποκατάστασιν τῆς ἰδίας εὐδαιμονίας· καὶ πλήρεις εὐγνωμοσύνης διὰ τὰς πρὸς αὐτοὺς τῶν Προπατόρων μας εὐεργεσίας, ἐπιθυμοῦσι τὴν ἐλευθερίαν τῆς Ἑλλάδος.
Ἡμεῖς, φαινόμενοι ἄξιοι τῆς προπατορικῆς ἀρετῆς καὶ τοῦ παρόντος αἰῶνος, εἴμεθα Εὔελπεις, νὰ ἐπιτύχωμεν τὴν ὑπεράσπισιν αὐτών καὶ βοήθειαν· πολλοὶ ἐκ τούτων φιλελεύθεροι θέλουσιν ἔλθη, διὰ νὰ συναγωνισθῶσι μὲ ημᾶς. Κινηθῆτε, ὦ φίλοι, καὶ θέλετε ἰδῆ μίαν Κραταιὰν δύναμιν νὰ υπερασπισθῇ τὰ δίκαιά μας! Θέλετε ἰδῆ καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν ἐχθρῶν μας πολλούς, οἵτινες, παρακινούμενοι ἀπὸ τὴν δικαίαν μας αἰτίαν, νὰ στρέψωσι τὰ Νῶτα πρὸς τὸν ἐχθρὸν καὶ νὰ ἑνωθῶσι μὲ ἡμᾶς· ἂς παῤῥησιασθῶσι μὲ εἰλικρινὲς φρόνημα, ἡ Πατρίς θέλει τοὺς ἐγκολπωθῆ! Ποῖος λοιπὸν ἐμποδίζει τοὺς ἀνδρικούς σας Βραχίονας; ὁ ἄνανδρος ἐχθρός μας εἶναι ἀσθενὴς καὶ ἀδύνατος. Οἱ στρατηγοί μας ἔμπειροι καὶ ὅλοι οἱ ὁμογενεῖς γέμουσιν ἐνθουσιασμού! ἑνωθήτε λοιπόν, ὦ ἀνδρεῖοι καὶ μεγαλόψυχοι Ἕλληνες! ἂς σχηματισθῶσι φάλαγκες ἐθνικαί, ἂς ἐμφανισθῶσι Πατριωτικαὶ λεγεῶνες, καὶ θέλετε ἰδῆ τοὺς παλαιοὺς ἐκείνους Κολοσσοὺς τοῦ δεσποτισμοῦ νὰ πέσωσιν ἐξ ἰδίων, ἀπέναντι τῶν θριαμβευτικῶν μας Σημαίων! Εἰς τὴν φωνήν τῆς Σάλπιγκός μας ὅλα τὰ παράλια τοῦ Ἰωνίου καὶ Αἰγέου πελάγους θέλουσιν ἀντηχήση· τὰ Ἑλληνικὰ πλοῖα, τὰ ὁποῖα ἐν καιρῷ εἰρήνης ἤξεραν νὰ ἐμπορεύωνται, καὶ νὰ πολεμῶσι, θέλουσι σπείρη εἰς ὅλους τοὺς λιμένας τοῦ τυράννου μὲ τὸ πῦρ καὶ τὴν μάχαιραν, τὴν φρίκην καὶ τὸν θάνατον…
Ποία ἑλληνικὴ ψυχὴ θέλει ἀδιαφορήση εἰς τὴν πρόσκλησιν τῆς Πατρίδος; Εἰς τὴν Ῥώμην ἕνας τοῦ Καίσαρος φίλος σείων τὴν αἱματομένην χλαμύδα τοῦ τυράννου ἐγείρει τὸν λαόν. Τί θέλετε κάμη Σεῖς ὦ Ἕλληνες, πρὸς τοὺς ὁποίους ἡ Πατρὶς γυμνὴ δεικνύει μὲν τὰς πληγάς της καὶ μὲ διακεκομμένην φωνὴν ἐπικαλεῖται τὴν βοήθειαν τῶν τέκνων της; Ἡ θεία πρόνοια, ὦ φίλοι Συμπατριῶται, εὐσπλαγχνισθεῖσα πλέον τὰς δυστυχίας μας ηὐδόκησεν οὕτω τὰ πράγματα, ὥστε μὲ μικρὸν κόπον θέλομεν απολαύση μὲ τὴν ἐλευθερίαν πᾶσαν εὐδαιμονίαν. Ἂν λοιπὸν ἀπὸ ἀξιόμεμπτον ἀβελτηρίαν ἀδιαφορήσωμεν, ὁ τύραννος γενόμενος ἀγριώτερος θέλει πολλαπλασιάση τὰ δεινά μας, καὶ θέλομεν καταντήση διὰ παντὸς τὸ δυστυχέστερον πάντων τῶν ἐθνῶν.
Στρέψατε τοὺς ὀφθαλμούς σας, ὦ Συμπατριῶται, καὶ ἴδετε τὴν ἐλεεινήν μας κατάστασιν! ἴδετε ἐδῶ τοὺς Ναοὺς καταπατημένους! ἐκεῖ τὰ τέκνα μας ἁρπαζόμενα διὰ χρῆσιν ἀναιδεστάτην τῆς ἀναιδοῦς φιληδονίας τῶν βαρβάρων τυράννων μας! τοὺς οἴκους μας γεγυμνωμένους, τοὺς ἀγρούς μας λεηλατισμένους καὶ ἡμᾶς αὐτούς ἐλεεινὰ ἀνδράποδα!
Εἶναι καιρὸς νὰ ἀποτινάξωμεν τὸν ἀφόρητον τοῦτον Ζυγόν, νὰ ἐλευθερώσωμεν τὴν Πατρίδα, νὰ κρημνίσωμεν ἀπὸ τὰ νέφη τὴν ἡμισέληνον νὰ ὑψώσωμεν τὸ σημεῖον, δι’ οὗ πάντοτε νικῶμεν! λέγω τὸν Σταυρόν, καὶ οὕτω νὰ ἐκδικήσωμεν τὴν Πατρίδα, καὶ τὴν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Πίστιν ἀπὸ τὴν ὰσεβῆ τῶν ἀσε-βῶν Καταφρόνησιν.
Μεταξὺ ἡμῶν εὐγενέστερος εἶναι, ὅστις ἀνδρειοτέρως ὑπερασπισθῆ τὰ δίκαια τῆς Πατρίδος, καὶ ὠφελιμοτέρως τὴν δουλεύση. Τὸ ἔθνος συναθροιζόμενον θέλει ἐκλέξη τοὺς Δημογέροντάς του, καὶ εἰς τὴν ὕψιστον ταύτην Βουλὴν θέλουσιν ὑπείκει ὅλαι μας αἱ πράξεις…
Ἂς κινηθῶμεν λοιπὸν μὲ ἕν κοινὸν φρόνιμα, οἱ πλούσιοι ἂς καταβάλωσιν μέρος τῆς ἰδίας περιουσίας, οἱ ἱεροὶ ποιμένες ἂς ἐμψυχώσωσι τὸν λαὸν μὲ τὸ ἴδιόν των παράδειγμα, καὶ οἱ πεπαιδευμένοι ἂς συμβουλεύσωσιν τα ωφέλιμα. Οἱ δὲ ἐν ξέναις αυλαῖς ὑπουργοῦντες στρατιωτικοὶ καὶ πολιτικοὶ ὁμογενείς, ἀποδίδοντες τὰς εὐχαριστίας εἰς ἣν ἕκαστος υπουργεῦ δύναμιν, ἂς ὁρμήσωσιν ὅλοι εἰς τὸ ἀνοιγόμενον ἤδη μέγα καὶ λαμπρὸν στάδιον, καὶ ἂς συνεισφέρωσιν εἰς τὴν πατρίδα τὸν χρεωστούμενον φόρον, καὶ ὡς γενναῖοι ἂς ἐνοπλισθῶμεν ὅλοι ἄνευ αναβολῆς καιροῦ μὲ τὸ ἀκαταμάχητον ὅπλον τῆς ἀνδρείας καὶ ὑπό-σχομαι ἐντὸς ὀλίγου τὴν νίκην καὶ μετ’ αὐτὴν πᾶν ἀγαθόν. Ποῖοι μισθωτοὶ καὶ χαῦνοι δοῦλοι τολμοῦν να αντιπαραταχθώσιν ἀπέναντι λαοῦ, πολεμοῦντος ὑπὲρ τῆς ἰδίας ἀνεξαρτησίας; Μάρτυρες οἱ Ἡρωικοὶ ἀγῶνες τῶν προπατόρων μας· Μάρτυς ἡ Ἰσπανία, ἥτις πρώτη καὶ μόνη κατετρόπωσε τὰς ἀηττήτους φάλα-γκας ἑνὸς τυράννου.
Μὲ τὴν Ἕνωσιν, ὦ Συμπολῖται, μὲ τὸ πρὸς τὴν ἱεράν Θρησκείαν Σέβας, μὲ τὴν πρὸς τοὺς Νόμους καὶ τοὺς Στρατηγοὺς ὑποταγήν, μὲ τὴν εὐτολμίαν καὶ σταθηρότητα, ἡ νίκη μας εἶναι βεβαία καὶ ἀναπόφευ-κτος, αὐτὴ θέλει στεφανώση μὲ δάφνας ἀειθαλεῖς τοὺς Ἡρωικούς ἀγῶνάς μας, αὐτὴ μὲ χαρακτῆρας ἀνεξαλείπτους θέλει χαράξη τὰ ὀνόματα ἡμῶν εἰς τὸν ναὸν τῆς ἀθανασίας, διὰ τὸ παράδειγμα τῶν ἐπερχομένων γενεῶν. Ἡ Πατρὶς θέλει ανταμείψη τα ευπειθή καὶ γνήσιά της τέκνα μὲ τὰ βραβεῖα τῆς δόξης καὶ τιμῆς· τὰ δὲ ἀπειθῆ καὶ κωφεύοντα εἰς τὴν τωρινήν της πρόσκλησιν, θέλει ἀποκηρύξη ὡς νόθα καὶ Ἀσιανὰ σπέρματα, καὶ θέλει παραδώση τὰ ὀνόματά των, ὡς ἄλλων προδότων, εἰς τὸν ἀναθεματισμὸν καὶ κατάραν τῶν μεταγενεστέρων.
Ἂς καλέσωμεν λοιπὸν ἐκ νέου, ὦ Ἀνδρεῖοι καὶ μεγαλόψυχοι Ἕλληνες, τὴν ἐλευθερίαν εἰς τὴν κλασικὴν γῆν τῆς Ἑλλάδος! Ἂς συγκροτήσωμεν μάχην μεταξὺ τοῦ Μαραθῶνος καὶ τῶν Θερμοπυλῶν! Ἂς πολεμήσωμεν εἰς τοὺς τάφους τῶν Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι, διὰ νὰ μᾶς αφήσωσιν ελευθέρους, ἐπολέμησαν καὶ ἀπέθανον ἐκεῖ! Τὸ αἷμα τῶν τυράννων εἶναι δεκτὸν εἰς τὴν σκιὰν τοῦ Επαμεινώνδου Θηβαίου, καὶ τοῦ Ἀθηναίου Θρασυβούλου, οἵτινες κατετρόπωσαν τοὺς τριάκοντα τυράννους, εἰς ἐκείνας τοῦ Ἁρμοδίου καὶ Αριστογείτωνος, οἱ ὁποῖοι συνέτριψαν τὸν Πεισιστρατικὸν ζυγόν, εἰς ἐκείνην τοῦ Τιμολέοντος, ὅστις ἀπεκατέστησε τὴν ἐλευθερίαν εἰς τὴν Κόρινθον καὶ τὰς Συρακούσας, μάλιστα εἰς ἐκείνας τοῦ Μιλτιάδου καὶ Θεμιστοκλέους, τοῦ Λεωνίδου καὶ τῶν τριακοσίων, οἵτινες κατέκοψαν τοσάκις τοὺς ἀναριθμήτους στρατοὺς τῶν βαρβάρων Περσῶν, τῶν ὁποίων τοὺς βαρβαροτέρους καὶ ἀνανδροτέρους ἀπογόνους πρόκειται εἰς ἡμᾶς σήμερον, μὲ πολλὰ μικρὸν κόπον, νὰ ἐξαφανίσωμεν ἐξ ὁλοκλήρου.
Εἰς τὰ ὅπλα λοιπὸν, φίλοι, ἡ Πατρίς Μᾶς Προσκαλεῖ!

Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης
Τὴν 24ην Φεβρουαρίου 1821, Εἰς τὸ γενικὸν στρατόπεδον τοῦ Ἰασίου