Αλβανία – NHQT

Η  κρίση που ξέσπασε στις αρχές Μαρτίου 1997 στην Αλβανία, λόγω κατάρρευσης του «παρα-τραπεζικού» συστήματος, πήρε  απροσδόκητες διαστάσεις.

Μετά την απόφαση 1101/1997 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ της 28ης Μαρτίου 1997, η  οποία ήταν αποτέλεσμα της έκθεσης που υποβλήθηκε από την ομάδα εργασίας της ΕΕ και του ΟΑΣΕ, αποφασίστηκε η δημιουργία  μιας προσωρινής και περιορισμένης Πολυεθνικής Δύναμης Προστασίας (FMP – Multinational Protection Force) στην Αλβανία υπό τον ΟΑΣΕ, για να  διευκολύνει  την ασφαλή και έγκαιρη διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας, να βοηθήσει στη δημιουργία ενός ασφαλούς περιβάλλοντος για τις αποστολές των Διεθνών Οργανισμών στην Αλβανία και τέλος να εξασφαλίσει  την απρόσκοπτη διεξαγωγή  εκλογών για ανάδειξη  Κυβερνήσεως.

Επικεφαλής έθνος ορίστηκε η Ιταλία και συμμετείχαν ακόμα η Γαλλία, η Τουρκία, η Ισπανία, η Ρουμανία, η Δανία, η Αυστρία, η Σλοβενία, το Βέλγιο και η Ελλάδα.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ

Την 5η Απριλίου 1997, μετέβη στην Αλβανία, η πρώτη Ελληνική Δύναμη Αλβανίας (ΕΛΔΑΛ), συνολικής δύναμης 803 ανδρών με 224 οχημάτων, στα πλαίσια  της επιχείρησης «ALBA», με αποστολή:
• Να εξασφαλίζει τα κύρια σημεία  εισόδου  στην περιοχή επιχειρήσεων, με σκοπό να διασφαλιστεί  η άφιξη  της ανθρωπιστικής βοήθειας και η  έγκαιρη μεταφορά της στους σταθμούς διανομής.
• Να παρέχει ένα ασφαλές περιβάλλον  δράσης στη Διεθνή Επιτροπή και τους Διεθνείς Οργανισμούς που εμπλέκονταν στην περιοχή, στα πλαίσια της  βοήθειας της διεθνούς κοινότητας προς την Αλβανία.

Η πιο πάνω αποστολή επεκτάθηκε και στη διασφάλιση ασφαλούς περιβάλλοντος διενέργειας των εκλογών του Ιουνίου 1997.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής της Ελληνικής Δύναμης στην Αλβανία εκτελέσθηκαν αποστολές αναγνώρισης, εξασφάλισης δρομολογίων και συνοδείας Ανθρωπιστικής Βοήθειας Διεθνών Οργανισμών  στην Κεντρική και Νότια Αλβανία, καθώς επίσης μεταφορά και προστασία των παρατηρητών του ΟΑΣΕ, κατά τη  διάρκεια των Βουλευτικών Εκλογών.

Η οργάνωση, συγκρότηση, εκπαίδευση και αποστολή στο εξωτερικό μιας δύναμης περίπου 800 ανδρών μέσα σε λίγο χρόνο και στη συνέχεια η διαβίωσή της κάτω από ειδικές συνθήκες, υπήρξε απόλυτα επιτυχής.

Η όλη συμπεριφορά της Ελληνικής Δύναμης ήταν υποδειγματική και απέσπασε τα συγχαρητήρια, τόσο του Διοικητού της FMP Στρατηγού Forlani και του Αλβανού Αρχηγού ΓΕΕΘΑ Copani, όσο και των διαφόρων οργανισμών (ΟΑΣΕ, μελών του CIMIC κλπ.)

Εκτός από τα παραπάνω η Ελλάδα, στα πλαίσια Επιχειρήσεων Ανθρωπιστικής Βοήθειας, συνέβαλε στην αντιμετώπιση της κρίσης στην Αλβανία με αποστολή  συνολικά 80 τόνων  διαφόρων ειδών  ανθρωπιστικής βοήθειας προς τις Ένοπλες Δυνάμεις της Αλβανίας και την πόλη των Αγ. Σαράντα με Αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας και Αρματαγωγά του Πολεμικού Ναυτικού. Η συνολική αξία της προαναφερθείσας ανθρωπιστικής βοήθειας κυμάνθηκε στο ποσό των 30.000.000 δρχ.  συμπεριλαμβανομένου  του υγειονομικού υλικού και με διάθεση πέντε (5) Αξιωματικών των τριών Κλάδων με επικεφαλής Ταξίαρχο και αποστολή την συνδρομή στο έργο της αναδιοργάνωσης των Αλβανικών Ενόπλων Δυνάμεων.Μετά την ολοκλήρωση  της αποστολής  της δύναμης  προστασίας (FMP) εντός των χρονικών ορίων της υφισταμένης  εντολής, άρχισε η αποχώρηση  της ΕΛΔΑΛ που μερικώς ολοκληρώθηκε  τον Αύγουστο 1997.

Εν τω μεταξύ μετά από διμερή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας και την υπογραφή σχετικού πρωτοκόλλου, παρέμεινε  στο στρατόπεδο ISBERISH η Ελληνική Στρατιωτική Αποστολή Συνδέσμων – Συμβούλων καθώς και η νέα Ελληνική Δύναμη Αλβανίας, που ακολούθησε και αποτελούνταν από ένα αυξημένο Λόχο, δύνάμης 205 ανδρών. Το πρωτόκολλο υπογράφηκε την 25 Σεπτεμβρίου 1997 και η διάρκεια παραμονής της ορίστηκε να είναι εξάμηνη. Στη συνέχεια, η παραμονή της παρατάθηκε μετά από αίτηση της Αλβανικής Κυβερνήσεως, στην οποία η Ελληνική κυβέρνηση ανταποκρίθηκε θετικά.
Βασική αποστολή της Ελληνικής Δύναμης ήταν η συνδρομή  στο έργο  των Ελλήνων Στρατιωτικών Συμβούλων για την αναδιοργάνωση  των Αλβανικών  Ενόπλων Δυνάμεων και ειδικότερα:
• Να εξασφαλίσει το στρατόπεδο ISBERISH και να δημιουργήσει κατάλληλες συνθήκες υποδοχής, εξασφάλισης και διανομής του αποστελλόμενου από την Ελλάδα υλικού.
• Να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες εργασίας, να συνδράμει και να διευκολύνει το έργο της Ελληνικής στρατιωτικής αποστολής Συνδέσμων Συμβούλων.
• Να παρέχει την απαραίτητη βοήθεια για την αναδιοργάνωση των Αλβανικών ΕΔ και σε διάφορους τομείς εκπαίδευσης.
• Να εξασφαλίσει, μετά από διαταγή, τη φύλαξη του στρατιωτικού νοσοκομείου Τιράνων.
• Να παρέχει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στην τοπική κοινωνία των Τιράνων στο θεραπευτήριο της Ελληνικής Δύναμης στο στρατόπεδο ISBERISH.
• Να αναλάβει βοηθητικές εργασίες οδοποιίας και μικρής εκτάσεως επισκευές δημοσίων κτιρίων, βαφές σχολείων κ.λ.π.
• Να παρέχει προστασία στο προσωπικό του  PfP CELL του ΝΑΤΟ στα Τίρανα. (για την περίοδο που διαρκούσαν οι ταραχές)
• Να παρέχει προστασία  των Ελληνικών Μονάδων όταν συμμετείχαν σε ασκήσεις PfP στην Αλβανία.

Η κρίση του Κοσσυφοπεδίου που επακολούθησε είχε σαν αποτέλεσμα την εισροή μεγάλου κύματος προσφύγων στην Αλβανία. Η Αλβανική Κυβέρνηση δήλωσε αδυναμία στέγασης και σίτισής τους και ζήτησε τη συνδρομή της διεθνούς κοινότητας. Η Ελληνική Κυβέρνηση ευαισθητοποιήθηκε αμέσως και μέσω της Ελληνικής Δύναμης άρχισε να αποστέλλει βοήθεια.

Στα πλαίσια αντιμετώπισης της κρίσης στο Κοσσυφοπέδιο, με διαταγή του ΓΕΕΘΑ την 8 και 9 Απρ. 99 διατέθηκαν αρχικά στην Αλβανία ένα (1) Τμήμα Μηχανικού, ένα (1) Ελικόπτερο CH-47D, ιατρικό προσωπικό, επτά (7) κινητά μαγειρεία και δύο (2) κινητοί φούρνοι.Στη συνέχεια, μετά την έκδοση από το  ΝΑΤΟ του Επιχειρησιακού Σχεδίου “ALLIED HARBOUR”, το οποίο προέβλεπε την ανάπτυξη στην Αλβανία Νατοϊκής Δύναμης με την ονομασία «Δύναμη Αλβανίας» (AFOR) και με αποστολή τη συνδρομή της κυβέρνησης της Αλβανίας και των διεθνών οργανισμών στο έργο της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας στους πρόσφυγες, διατέθηκαν στην AFOR και συγκεκριμένα στη Γαλλική Ταξιαρχία του Νότου (TF SOUTH), μέχρι τέλους Απριλίου 1999, ένας Λόχος Πεζικού, ένας Λόχος Μηχανικού και μία Διμοιρία Μεταφορών, συνολικής δύναμης εκατόν εβδομήντα  (170) περίπου αξιωματικών και οπλιτών.

Παράλληλα η κυβέρνηση ανέλαβε την υποχρέωση οργάνωσης και λειτουργίας τριών στρατοπέδων προσφύγων:
• Καταυλισμός «ΑΘΗΝΑ» στο Κουκές, δυνατότητας διαβίωσης χιλίων (1000) προσφύγων σε εκατό (100) σκηνές. O καταυλισμός λειτούργησε από 4 – 28 Απριλίου 1999, οπότε παραδόθηκε στο Υπουργείο Άμυνας της Αλβανίας, ενώ συνεχίστηκε η τροφοδοσία του από την Ελλάδα μέχρι τέλος Μαΐου 1999.
• Καταυλισμός «ΟΛΥΜΠΙΑ» στα Τίρανα, δυνατότητας διαβίωσης δύο χιλιάδων (2000) προσφύγων σε διακόσιους (200) οικισμούς. O καταυλισμός λειτούργησε από 2 Απριλίου μέχρι 15 Ιουλίου 1999, οπότε και παραδόθηκε στον Οργανισμό “ACT” (Action by Churches Together).
• Καταυλισμός «ΒΕΡΓΙΝΑ» στο Πόγραδετς, δυνατότητας διαβίωσης δύο χιλιάδων (2000) προσφύγων σε διακόσιες (200) σκηνές. O καταυλισμός λειτούργησε μέχρι 3 Ιουλίου 1999, οπότε και παραδόθηκε στη Νομαρχία του ΠΟΓΡΑΔΕΤΣ.
Για τη λειτουργία των παραπάνω καταυλισμών, κατασκευάστηκαν με έξοδα της Ελληνικής Κυβέρνησης τα απαραίτητα έργα υποδομής για διαμονή, σίτιση και νοσηλεία των προσφύγων.

Η Ελληνική Δύναμη παρέμεινε στην Αλβανία μέχρι το τέλος της αποστολής της Συμμαχικής Δύναμης στην Αλβανία, ήτοι μέχρι 31 Αυγούστου 1999.
Στις 23 Οκτωβρίου 1999 μεταξύ Υφυπουργού Εθνικής Άμυνας Ελλάδας και Υφυπουργού Άμυνας Αλβανίας υπογράφηκαν συμπληρωματικές Συμφωνίες, στην εφαρμογή πρωτοκόλλου βοήθειας, σύμφωνα με τις οποίες η Ελληνική Δύναμη μετονομάζεται σε Ελληνική Αποστολή Διοικητικής Μέριμνας στην Αλβανία (ΕΛ.Α.Δ.Μ.Α.).

Ο σκοπός αυτής της Συμπληρωματικής Συμφωνίας ήταν να καθορίσει τις δραστηριότητές της για:
• Οικοδόμηση του Στρατιωτικού Νοσοκομείου του Αργυροκάστρου.
• Επισκευή και ανακατασκευή της υποδομής του Στρατιωτικού Αεροδρομίου RINAS. Να ερευνά τις εκθέσεις των παραβιάσεων εκεχειρίας
• Υποδομή της Ναυτικής Βάσης Δυρραχίου.
• Οργάνωση και εφοδιασμό της Ταξιαρχίας Άμεσης Επέμβασης στα Τίρανα και οποιονδήποτε άλλων μελλοντικών έργων ήθελε αποφασιστούν μεταξύ των δύο μερών.
• Φρούρηση και ασφάλεια του προσωπικού, των υλικών και των μέσων που αποστέλλονταν στην Αλβανία για την εφαρμογή των παραπάνω σκοπών.
Η Συμφωνία εφαρμόστηκε προσωρινά από την ημερομηνία της υπογραφής της.

Την 30η Ιουλίου 2000 έλαβε χώρα η τελετή παράδοσης- παραλαβής του Στρατοπέδου ¨IZBERISH¨ παρουσία των Υπουργών Άμυνας Ελλάδος και Αλβανίας.

Την ίδια ημέρα επαναπατρίστηκε το μεγαλύτερο μέρος της Ελληνικής Δυνάμεως.
Στη Σημαία του Α/Μ ΤΠ, το οποίο αποτέλεσε τη βάση των διατιθέμενων δυνάμεων στην Αλβανία, απονεμήθηκε ο Πολεμικός Σταυρός Α’ Τάξεως με Προεδρικό Διάταγμα της 6ης Σεπτεμβρίου 2000.

Η ΝΑΤΟϊκή παρουσία στην Αλβανία, μέχρι της γενικότερης διευθέτησης της κρίσης στο Κοσσυφοπέδιο, συνεχίστηκε με την ύπαρξη Πολυεθνικής Δύναμης η οποία ονομάστηκε Communication Zone-West υπό την KFOR.

Την 1η Αυγ. 2000 δημιουργήθηκε η νέα Ελληνική Δύναμη, στα πλαίσια της Νατοϊκής επιχείρησης «JOINT GUARDIAN», η οποία είχε έδρα το στρατόπεδο «PLEPA» στο Δυρράχιο υπό την διοίκηση της COMMZ(W) και αποτελούνταν από ένα Λόχο Πεζικού, μία Διμοιρία Μηχανικού και Εθνικό Στοιχείο Υποστήριξης, συνολικής δύναμης 95 ανδρών και είχε στη διάθεσή του 33 οχήματα.

Η Ελληνική Δύναμη Αλβανίας (ΕΛΔΑΛ – 3) είχε σαν αποστολή την εξασφάλιση της δυνατότητας ακώλυτης οδικής επικοινωνίας μεταξύ του πολιτικού αεροδρομίου RINAS και του λιμανιού του Δυρραχίου, καθώς επίσης και την ανάπτυξη και διατήρηση σχέσεων συνεργασίας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης με τις Αλβανικές αρχές. Επιπλέον, συνεχίστηκε η παραμονή των 4 Αξιωματικών Συνδέσμων – Συμβούλων, οι οποίοι είχαν ως αποστολή να συνδράμουν τις Αλβανικές Ένοπλες Δυνάμεις στην προσπάθεια αναδιοργάνωσης και προσέγγισης των στάνταρ που ορίζει η Ατλαντική Συμμαχία και οι οποίοι επαναπατρίστηκαν αρχές 2003, λόγω λήξης της αποστολής τους.

Προκειμένου να διατηρηθεί η σταθερότητας στα Βαλκάνια, στις 17 Ιουνίου 2002, το ΝΑΤΟ μετασχημάτισε την προηγούμενη KFOR Communication Zone WEST σε ένα νέο ΝΑΤΟϊκό Στρατηγείο στα Τίρανα (NHQT), υπό τη διοίκηση ενός Ανωτέρου Στρατιωτικού Αντιπροσώπου (SMR), ο οποίος υπαγόταν  κατευθείαν στον Διοικητή των Συμμαχικών Δυνάμεων της Νοτίου Ευρώπης (CINCSOUTH).

Το NHQT, υπό τη διοίκηση του SMR, έχει σαν αποστολή να διευκολύνει το συντονισμό μεταξύ της Κυβέρνησης της Αλβανίας, των Οργανώσεων της Διεθνούς Κοινότητας και του ΝΑΤΟ. Το Στρατηγείο θα εποπτεύει επίσης τις γραμμές επικοινωνίας και θα υποστηρίζει το Διοικητή της KFOR (COMKFOR) και τον SMR Σκοπίων. Το Στρατηγείο αποτελείτo αρχικά  από περίπου 600 άτομα, στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό από 5 έθνη (Ιταλία, Ελλάδα, Πολωνία, Τουρκία και ΗΠΑ).

Ο SMR και το NHQT είχαν  έδρα το Δυρράχιο , ενώ αργότερα μεταφέρθηκαν στα Τίρανα.

Η Ελλάδα, στα πλαίσια της νέας κατανομής του ΝΑΤΟ στην περιοχή των Βαλκανίων, συμμετείχε με ένα (1) Αερομεταφερόμενο Λόχο του Α/Μ ΤΠ, δύναμης 80 ανδρών, με αποστολή την εξασφάλιση ανοικτών των γραμμών επικοινωνιών και την απρόσκοπτη χρησιμοποίηση του αεροδρομίου των Τιράνων και του λιμένα του Δυρραχίου μέχρι το 2004 και για διάρκεια ενός έτους η χώρα μας διαδεχθεί την Ιταλία στη διοίκηση του NHQT και η Ελληνική δύναμη αποτελείτο από ένα Λόχο Υποστήριξης Στρατηγείου και αριθμό επιτελών σ’ αυτό.

Με την αναθεώρηση του Σχεδίου (OPLAN 10501) για τις επιχειρήσεις στη Βαλκανική το Δεκ 05, στην Αλβανία διατηρήθηκε το Νατοϊκό Στρατηγείο σε μικρότερη σύνθεση (28 στρατιωτικούς έναντι 50 του 2004-2005) και η Ομάδα των Στρατιωτικών Συμβούλων (NATO Advisory Team/NAT). Έτσι αναχώρησε ο διατιθέμενος Ελληνικός  Λόχος Υποστήριξης Στρατηγείου (NATO HQTirana) δυνάμεως 47 ανδρών στις 21 Δεκ 05.

Από το Μαρ 06 και για 2 έτη, η χώρα μας διέθετε έναν ανώτατο αξιωματικό (Ταξίαρχο) ως Senior Military Representative NATO στην Αλβανία ο οποίος είναι Δκτης στο NATO HQ Tirana και 14  στελέχη (αξκούς, Υπξκούς και από τους τρεις κλάδους των Ελληνικών ενόπλων δυνάμεων), για κάλυψη θέσεων στο Επιτελείο.

Το Μάρτιο του 2008 η Ελλάδα παρέδωσε τη Διοίκηση του Στρατηγείου στη Βουλγαρία, με προγραμματισμό να αναληφθεί εκ νέου από τη χώρα μας το εντός του 2010.

To ΝΗQ Tirana υπάγεται απευθείας στο JFC Naples

Τη παρούσα περίοδο η Ελλάδα συμμετέχει στο υπόψη Στρατηγείο με 4 Επιτελείς, ένας εκ των οποίων είναι ο Υδκτης του Στρατηγείου.

Τo έργο του  Στρατηγείου είναι αποκλειστικά συμβουλευτικός προς το Υπουργείο Άμυνας της Αλβανίας προκειμένου η Χώρα να προσαρμοστεί γρηγορότερα στις απαιτούμενες ‘’Ευρωαντλαντικες Δομές’’ κατόπιν και της ένταξής της στο ΝΑΤΟ.