Απεγκλωβισμός 240 Ξένων Αξιωματικών από την Αλβανία – Επιχείρηση “ΚΟΣΜΑΣ
15 Μαρτίου 1997
Μετά την κατάρρευση των «παρατραπεζικού συστήματος» στην Αλβανία, οι Αλβανοί ξεσηκώθηκαν κατά της Κυβέρνησης, με αποτέλεσμα σε σύντομο χρονικό διάστημα να διαλυθεί το κράτος, να ανοίξουν οι αποθήκες του Αλβανικού στρατού, να εξοπλιστεί το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού και η αναρχία να κυριαρχεί από Βορρά μέχρι το Νότο. Ένοπλες συμμορίες άρχισαν να λυμαίνονται την ύπαιθρο, ενώ οι πόλεις παρέμειναν άδειες από ζωή, αφού η κυκλοφορία ήταν επικίνδυνη και η αγορά «νεκρή».
Από τις αρχές Μαρτίου του 1997, όταν πλέον η κατάσταση ήταν εκτός ελέγχου και άκρως επικίνδυνη για κάθε ξένο που διέμενε στην Αλβανία, άρχισαν να κλείνουν μία μετά την άλλη οι πρεσβείες ή να αναστέλλουν τη λειτουργία τους. Με μια επιχείρηση αερομεταφοράς, διάρκειας τριών ημερών, οι Αμερικανοί πεζοναύτες μερίμνησαν για την απομάκρυνση του συνόλου των Αμερικανών και ενός μεγάλου αριθμού Ευρωπαίων που βρίσκονταν τότε στα Τίρανα (διπλωμάτες, επιχειρηματίες, στρατιωτικοί και άλλοι ιδιώτες). Το ίδιο έπραξαν οι Γερμανοί και οι Ιταλοί, ενώ στις 14 Μαρτίου απομακρύνθηκαν με τα πλοία του Π.Ν. 52 Έλληνες και μεταξύ αυτών και μεγάλο μέρος του προσωπικού της Ελληνικής Πρεσβείας όπως επίσης πέντε Βέλγοι καθώς και ολιγάριθμοι Ιορδανοί και Παλαιστίνιοι.
Η εγκατάλειψη της Αλβανίας από τους αλλοδαπούς είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις και επικρατούσε ένας άνευ προηγουμένου πανικός, καθώς από τις πρώτες ημέρες του Μαρτίου διαδιδόταν η φήμη ότι εξτρεμιστικά στοιχεία επρόκειτο να «κάψουν τα Τίρανα». Η απειλή αυτή συνέτεινε στο να συσσωρεύονται καθημερινά εκατοντάδες πολιτών έξω από την Ελληνική Πρεσβεία και να ζητούν επίμονα να μεταφερθούν εκτός Αλβανίας. Οι αιτήσεις αυτές απευθύνονταν και προς το Υπουργείο Εξωτερικών, ιδιαίτερα από κράτη των οποίων η απόσταση δεν επέτρεπε την οργάνωση της διαφυγής των υπηκόων τους. Το ΥΠΕΞ ζήτησε τη συνδρομή του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, το οποίο μεταβίβασε στο ΓΕΕΘΑ την ευθύνη της όλης σχεδίασης και εκτέλεσης της επιχείρησης.
Την νύκτα της 14ης Μαρτίου 1997, μετά από διαδοχικές συσκέψεις του Έλληνα ΑΚΑΜ Τιράνων με τον ομόλογό του της Κίνας, τον Πρέσβη και τον Α΄ Γραμματέα της Αιγυπτιακής Πρεσβείας, τον επιτετραμμένο της Πρεσβείας του Ιράν και τον Πρέσβη της Παλαιστίνης οριστικοποιήθηκε ο χρόνος και ο συνολικός αριθμός των ξένων υπηκόων οι οποίοι θα μεταφέρονταν από τα Τίρανα στο Δυρράχιο για επιβίβαση στα Ελληνικά πλοία. Επρόκειτο για 171 Κινέζους, 40 Αιγυπτίους, 10 Ιρανούς και 20 Ιορδανούς και Παλαιστινίους υπηκόους.
Για την εν λόγω αποστολή διατέθηκαν η Φ/Γ ΑΙΓΑΙΟΝ, η ΤΠΚ ΚΑΒΑΛΟΥΔΗΣ, το Ν/Α ΚΛΕΙΩ, η Τ/Α ΛΑΙΛΑΨ και διμοιρία ανδρών της Διοίκησης Υποβρυχίων Καταστροφών.
Μετά από συντονισμένες προσπάθειες τόσο οι ξένοι υπήκοοι όσο και τα πλοία του Π.Ν. έφθασαν ταυτόχρονα στο λιμάνι του Δυρραχίου. Η Τ/Α ΛΑΙΛΑΨ εκτέλεσε παραπλανητικές κινήσεις πλησίον του δεξιού προβλήτα του λιμένα ενώ η ΤΠΚ ΚΑΒΑΛΟΥΔΗΣ ταυτόχρονα προσέγγισε στον αριστερό προβλήτα, ο οποίος είχε αποκλειστεί από τη διμοιρία της ΔΥΚ με αποτέλεσμα ο όχλος των περίπου 4.000 ανδρών να παραμείνει μακριά και να επιβιβαστούν ασφαλώς οι ξένοι υπήκοοι. Μετά την επιβίβαση και της ομάδας της ΔΥΚ, η ΤΠΚ και η Τ/Α απομακρύνθηκαν και οι ξένοι υπήκοοι επιβιβάστηκαν στη Φ/Γ ΑΙΓΑΙΟΝ. Ακολούθως, όλα τα πλοία απομακρύνθηκαν και κατέπλευσαν στο λιμάνι της Κέρκυρας το βράδυ της ίδιας μέρας, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.
Η όλη επιχείρηση μεταφοράς από τα Τίρανα και η επιβίβαση στα πλοία του Π.Ν. ήταν άκρως επικίνδυνη, καθότι πραγματοποιήθηκε σε ένα ιδιαίτερα ταραχώδες περιβάλλον και μέσω μιας χαώδους κατάστασης, όπου η ανθρώπινη ζωή δεν είχε καμία αξία. Τεράστια ήταν η συμβολή των πλοίων του Π.Ν., τα οποία ενήργησαν συντονισμένα και ανταποκρίθηκαν πλήρως στις απαιτήσεις της επιχείρησης, ενώ παράλληλα εντυπωσιακή ήταν η παρουσία των ανδρών της ΔΥΚ και η συνδρομή του ΑΚΑΜ Τιράνων.